Του ΦΕΡΡΥ ΜΠΑΤΖΟΓΛΟΥ,
φωτογραφίες: ΝΙΚΟΣ ΠΗΛΟΣ
Το μεγαλύτερο σούπερ μάρκετ βιολογικών προϊόντων της Ευρώπης βρίσκεται στο Βερολίνο. Δεν είναι περίεργο, αν σκεφτεί κανείς ότι στη γερμανική πρωτεύουσα των 3,2 εκατομμυρίων κατοίκων υπάρχουν περισσότερα από 200 καταστήματα βιολογικών ειδών -το 10% των οποίων έχει έκταση πάνω από 200 τ.μ.- και ότι η Γερμανία έχει παράδοση σε αυτή την αγορά. Ακόμα και για τον γνώστη όλων αυτών των στοιχείων, όμως, το κατάστημα της βερολινέζικης αλυσίδας βιολογικών ειδών LPG - Biomarkt στην Κολβιτσστράσε της περιοχής Πρεντσλάουερ Μπεργκ είναι εντυπωσιακό. 18.000(!) είδη προϊόντων έχουν βρει τη θέση τους σε δύο ορόφους συνολικής επιφάνειας 1.600 τ.μ. Η αλυσίδα διαθέτει επίσης άλλα τρία μαγαζια, όλα στο Βερολίνο.
Η στρατηγική της επέκτασής της βασίζεται στο γεγονός ότι το Βερολίνο, πέρα από το ότι είναι η μεγαλύτερη σε έκταση και πληθυσμό πόλη της Γερμανίας, αποτελεί μία από τις περιοχές της Ευρώπης με τη μεγαλύτερη δημογραφική ανάπτυξη. Η LPG απευθύνεται κυρίως σε παιδιά και γυναίκες. Για το λόγο αυτό υπάρχουν ειδικά διαμορφωμένοι χώροι για μωρά και για παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας στο ισόγειο και στον πρώτο όροφο που λειτουργούν ως παιδότοποι. Αλλά και οι μαμάδες μπορούν να χαλαρώσουν στο σαλόνι απολαμβάνοντας δωρεάν καφέ, ενώ οι άντρες γεμίζουν το καρότσι με τα ψώνια - ή και το ανάποδο. Οπως σε κάθε σούπερ μάρκετ, έτσι και στο LPG υπάρχουν τα πάντα, από μήλα μέχρι απορρυπαντικά πλυντηρίου - όλα, όμως, βιολογικά.
Ατμόσφαιρα λαϊκής αγοράς
Παρά τη μεγάλη έκτασή του, στο κατάστημα κυριαρχεί ατμόσφαιρα λαϊκής αγοράς: Στο ισόγειο βρίσκει κανείς φρούτα και λαχανικά σε μεγάλη ποικιλία και ποσότητα, στα ψυγεία υπάρχουν 150(!) είδη βιολογικών τυριών, ενώ εξειδικευμένοι πωλητές στους πάγκους κρεάτων είναι πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν τους πελάτες. Προμηθεύονται τα φρέσκα προϊόντα, όπως φρούτα και λαχανικά, κυρίως από τις γύρω περιοχές του Βερολίνου. Μόνο το χειμώνα καταφεύγουν στις βιολογικές αγορές της Ισπανίας και της Ιταλίας για κάποια είδη. Στην είσοδο του σούπερ μάρκετ υπάρχει και ένα βιολογικό αρτοποιείο, ανοιχτό από τις 7 το πρωί. Στον πρώτο όροφο περιμένουν τους καταναλωτές, μεταξύ άλλων, 120 είδη τσαγιού, κορνφλέικς και μούσλι, καλλυντικά όλων των γνωστών βιολογικών εταιρειών, όπως Weleda, Logo-na, Lavera, Speik και Tautropfen, αλλά και είδη νοικοκυριού, ένδυσης και παιχνίδια.
Στο κατάστημα θα βρει κανείς ακόμα και βιολογικά ψάρια, μεταξύ άλλων σολομό, μπακαλιάρο και γαρίδες. Τα βιολογικά ψάρια που διατίθενται εκεί τα προμηθεύονται από τη γερμανική εταιρεία τροφίμων Deutsche See, η οποία τα εκτρέφει σε μεγάλες πισίνες με καθαρό νερό και όχι στην ανοιχτή θάλασσα. Η ποικιλία των βιολογικών κρασιών είναι πολύ μεγάλη: πάνω από 230 είδη. Στο βιολογικό μπιστρό προσφέρονται από τις 11 π.μ. μεταξύ άλλων και διάφορα μικρογεύματα. Οταν ο καιρός είναι καλός, μπορεί κανείς να καθίσει στα τραπεζάκια που υπάρχουν μπροστά από το κατάστημα αλλά και στην εσωτερική αυλή. Κάθε Σάββατο, μάλιστα, οι πελάτες έχουν τη δυνατότητα να δοκιμάσουν δωρεάν εκλεκτά βιολογικά κρασιά από διάφορους παραγωγούς.
Υψηλή ποιότητα και προσιτές τιμές
Η εταιρεία LPG μπορεί να προσφέρει χαμηλότερες τιμές από ένα μικρό κατάστημα βιολογικών ειδών, επειδή αγοράζει από τους παραγωγούς σε μεγάλες ποσότητες. Οι τιμές, όμως, των προϊόντων της είναι κατά μέσο όρο υψηλότερες σε σύγκριση με αυτές των συμβατικών προϊόντων. Ωστόσο, έρευνες αποδεικνύουν ότι στον τομέα των βιολογικών προϊόντων η τιμή δεν παίζει πρωτεύοντα ρόλο. Εκείνο που μετρά είναι η ποιότητα αλλά και αξίες όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η καλή μεταχείριση των υπαλλήλων από την εργοδοσία και η προστασία των ζώων. Και η άποψη των πελατών; Ο 31χρονος αστυνόμος Ρούντολφ Μπορν διευκρινίζει: «Από εδώ κάνω αγορές που συμπληρώνουν τα ψώνια μου από τα συμβατικά σούπερ μάρκετ».
Η 41χρονη γραφίστρια Ελκε Μίλερ τονίζει: «Αγοράζω κρέας, φρούτα, λαχανικά και αυγά εξαιτίας του παιδιού - απλώς αισθάνομαι καλύτερα». Ο Γερμανομαροκινός Ράμι ελ Κάφι, 26 ετών, αναπληρωτής διευθυντής του καταστήματος, συμφωνεί πως «τα βιολογικά προϊόντα είναι πράγματι ακριβότερα από τα συμβατικά. Τα φρούτα και τα λαχανικά», υποστηρίζει, «δεν είναι και πολύ πιο ακριβά, αλλά το κρέας τιμάται 40% υψηλότερα. Πιστεύουμε, όμως, ότι αυτή η τιμή για το κρέας είναι κανονική». Και εξηγεί: «Προσφέρουμε στους πελάτες μας δίκαιες τιμές. Αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι επιθυμούμε να πληρώνουμε στους παραγωγούς δίκαιες τιμές. Τα προϊόντα μας έχουν διαφορετική ποιότητα».
10.000 τακτικοί πελάτες
Για τους τακτικούς πελάτες της, η εταιρεία προσφέρει εκπτώσεις μέχρι 20% ανά προϊόν. Το κάθε προϊόν έχει δύο τιμές, την κανονική και την τιμή για τα μέλη. Η κάρτα μέλους διατίθεται από την έναρξη λειτουργίας του πρώτου καταστήματος, το 1994. Μέχρι σήμερα η αλυσίδα αριθμεί περίπου 10.000 μέλη. Για να απολαύσει κανείς τις μειωμένες τιμές που ισχύουν για τα μέλη, πρέπει να καταβάλει αρχικά εφάπαξ ποσό 51,13 ευρώ και στη συνέχεια μηνιαίες συνδρομές. Οι μηνιαίες συνδρομές για ζευγάρια και οικογένειες ανέρχονται σε 20,40 ευρώ και οι ατομικές σε 10,20 ευρώ. Με τον τρόπο αυτό η LPG χρηματοδοτεί τα προϊόντα και δεν αναγκάζεται να παίρνει ακριβά δάνεια. Το να γίνεις μέλος συμφέρει, αν τα ψώνια σου υπερβαίνουν τα 20 ευρώ την εβδομάδα. Ποια προϊόντα έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση; «Τον μεγαλύτερο τζίρο έχουν στο κατάστημά μας, παραδοσιακά, τα τμήματα φρούτων και λαχανικών», λέει ο Ελ Κάλφι.
5,8 δισ. ευρώ στη γερμανική αγορά βιολογικών
Η παραγωγή και η κατανάλωση βιολογικών προϊόντων έχουν μακρά παράδοση στη Γερμανία. Καταστήματα με βιολογικά προϊόντα υπήρχαν ήδη από τη δεκαετία του '70 σε όλη την επικράτεια. Από τότε, όμως, που τα βιολογικά προϊόντα άρχισαν να διατίθενται στην αγορά και μέσω των σούπερ μάρκετ χαμηλών τιμών, όπως τα Aldi και τα Lidl, ο κλάδος γνωρίζει πρωτοφανή αύξηση πωλήσεων. Τα τελευταία χρόνια ρυθμοί ανάπτυξης μεταξύ 15% και 22% είναι κάτι συνηθισμένο. Το 2008 ο συνολικός τζίρος του κλάδου βιολογικών προϊόντων ανήλθε σε 5,8 δισ. ευρώ, δηλαδή καθένας από τα 82 εκατομμύρια των Γερμανών δαπάνησε κατά μέσο όρο 70 ευρώ για βιολογικά προϊόντα(!).
Την πρώτη θέση στην εγχώρια αγορά καταλαμβάνει η ιδρυθείσα το 1984 αλυσίδα βιολογικών σούπερ μάρκετ Alnatura. Διαθέτει 50 υποκαταστήματα, 900 προϊόντα, 1.200 συνεργάτες και παρουσιάζει τζίρο άνω των 300 εκατ. ευρώ ετησίως. Προς το παρόν, όπως διαπιστώνουν οι ειδικοί του κλάδου, η οικονομική κρίση δεν φαίνεται να επηρεάζει την κατανάλωση βιολογικών τροφίμων. Οι καταναλωτές αυτών των προϊόντων είναι κυρίως γυναίκες που έχουν καθαρό οικογενειακό μηνιαίο εισόδημα πάνω από 2.500 ευρώ και οι οποίες ανήκουν, κατά τους ερευνητές της αγοράς, στους «LOHAS» (συντομογραφία για όσους ακολουθούν το «Lifestyle of Ηealth and Sustainability»). Δηλαδή, στην «καλή» πελατεία εκείνη που θεωρεί ότι για την υγεία και τη βιολογική διατροφή αξίζει να δαπανήσει κανείς κάτι παραπάνω.
kathimerini