http://i1064.photobucket.com/albums/u369/ntararaki/animated119.gif

Join us Fandb-Gr - Facebook

Join us Fandb-Gr - Facebook
foodandbeverage-gr.blogspot.com

Follow us -Twitter

Ελληνικά Τρόφιμα: Έμφαση στην ελληνικότητα, αλλά και στην ποιοτική υπεροχή

Ένα από τα «θετικά» της οικονομικής κρίσης είναι ότι οδήγησε τον έλληνα καταναλωτή σε ριζική αναθεώρηση των αγοραστικών του συνηθειών, στρέφοντάς τον ολοένα και περισσότερο προς τα ελληνικά προϊόντα. Οι ελληνικές εταιρείες τροφίμων αντέδρασαν έγκαιρα στην τάση αυτή και σήμερα προβάλλουν έντονα τον ελληνικό χαρακτήρα των προϊόντων τους, μέσα από τις διαφημιστικές τους καμπάνιες.
Η οικονομική κρίση αποτελεί -υπό προϋποθέσεις- ευκαιρία για την ελληνική παραγωγή. Ο έλληνας καταναλωτής φαίνεται να συνειδητοποιεί ολοένα και περισσότερο ότι κάθε ευρώ που μένει στη χώρα, είναι πολύτιμο στην προσπάθεια της Ελλάδας να ανακάμψει οικονομικά. Φυσικά θα πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά προς αυτήν την κατεύθυνση, ωστόσο η κατάσταση που επικρατούσε στο εγγύς παρελθόν ήταν ενδεικτική της κακής νοοτροπίας. Είναι εντελώς απαράδεκτο ως γεγονός, η παραδοσιακή ελληνική φασολάδα να καλύπτεται κατά 46% από εισαγωγές, η φακή κατά 92% και τα ρεβίθια κατά 69%.

Το 2008 η αξία των προϊόντων και υπηρεσιών που εισήχθησαν στη χώρα ξεπέρασε τα 61 δισ. ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι τη χρονιά εκείνη 1 στα 4 ευρώ του ΑΕΠ χρησιμοποιήθηκε για την αγορά ξένων προϊόντων και ως εκ τούτου, για την ενίσχυση ξένων οικονομιών. To έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών τη χρονιά εκείνη ανήλθε στο 14,6% του ΑΕΠ. Εάν η ελληνική βιομηχανία και ο τομέας των υπηρεσιών μπορούσαν να ικανοποιήσουν την εγχώρια ζήτηση, το έλλειμμα αυτό θα ήταν μικρότερο.

Όπως και να έχει, η μείωση των εισαγωγών και η αύξηση της εγχώριας παραγωγής αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την ανάκαμψη. Η αγορά ελληνικών προϊόντων εκτός από το ότι βοηθά τα χρήματα των ελλήνων καταναλωτών να παραμένουν στη χώρα, συμβάλει στη διατήρηση των θέσεων εργασίας, στην αύξηση της απασχόλησης, ενώ τροφοδοτεί τα δημόσια έσοδα από τους φόρους και δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για επενδύσεις. Και επειδή πολύ κουβέντα γίνεται τελευταία για την ανταγωνιστικότητα, είναι σαφές ότι όσο ταχύτερα θα αυξάνεται η ελληνική παραγωγή, τόσο θα ευνοείται ο ανταγωνισμός και θα συμπιέζονται οι τιμές.

Προς την κατεύθυνση αυτή κινείται η πρωτοβουλία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να στηρίξει με 3 δισ. ευρώ το 2011 την παραγωγή προϊόντων που αποτελούν το «εθνικό μας καλάθι», όπως είναι το λάδι, οι ελιές, το κρασί, το ψωμί, το σκληρό σιτάρι, το μέλι, η φέτα, τα τυριά (φέτα, γραβιέρα κ.ά.), τα φρούτα και τα λαχανικά. Οι πρωτοβουλίες όμως πληθαίνουν διαρκώς και μία επιπλέον είναι η προτροπή της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου να δείξουν οι έλληνες καταναλωτές την προτίμησή τους στα εγχώρια προϊόντα, με barcode που ξεκινάει από τον αριθμό 520.
Τι κάνουν οι εταιρείες
Οι ελληνικές εταιρείες έχουν ήδη αντιληφθεί τη νέα τάση -που ταυτόχρονα αποτελεί και ανάγκη- και προτάσσουν πλέον την ελληνικότητά τους στην επικοινωνία τους. Πρωτοπόρες εταιρείες σε αυτήν τη στρατηγική είναι εταιρείες όπως οι Agrino, Μινέρβα Ελαιουργική, Γιώτης, ΑΒ Βασιλόπουλος, Σκλαβενίτης, Mediterra (MastihaShop), Creta Farm, Όλυμπος, Μέλι Αττική και δεκάδες άλλες. Αυτό που μέχρι πριν μερικά χρόνια ήταν «μειονέκτημα», σήμερα μετεξελίσσεται σε ισχυρότατο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Η επένδυση στην ελληνικότητα όμως από μόνη της δεν αρκεί εάν το προϊόν δεν είναι ποιοτικό, αξιόπιστο και στη σωστή σχέση τιμής-αξίας.

Στελέχη της αγοράς μιλώντας στο Marketing Week συμφώνησαν σε αυτό, ενώ τόνισαν σε κάθε κλίμακα ότι υπάρχουν σήμερα μεγάλα περιθώρια να στηρίξει ο έλληνας καταναλωτής τα ελληνικά προϊόντα. Παράλληλα επισήμαναν ότι προς την κατεύθυνση αυτή βοηθάει και η νέα εμπορική πολιτική των προϊόντων, η οποία αφορά στις μειώσεις τιμών και στις προσφορές. Οι τακτικές αυτές, ακόμα και εάν δεν επιτυγχάνουν αύξηση πωλήσεων, διατηρούν σε ένα βαθμό τις πωλήσεις τους.

«Η στρατηγική μας ήδη βασιζόταν και στο δεδομένο της ελληνικότητας των προϊόντων μας κι έτσι, έχουμε χτίσει την εικόνα αυτή στο μυαλό του έλληνα καταναλωτή» αναφέρει ο Παναγιώτης Μίλης, Διευθυντής Μάρκετινγκ της Έψα, τονίζοντας παράλληλα ότι η εταιρεία του δεν θα ήθελε η ελληνική προέλευσή της να αποτελέσει USP για τη στρατηγική της, αφού από μόνη της δεν αρκεί, απαιτώντας να υπάρχει εγγύηση ποιότητας. «Ο καταναλωτής μας, ξέρει ότι αγοράζοντας ΕΨΑ αγοράζει όχι μόνο ελληνικά, αλλά και ποιοτικά προϊόντα κι αυτή η στρατηγική που ακολουθούμε χρόνια τώρα δεν θα αλλάξει» επισημαίνει.

«Το "παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο" δεν πιστεύω ότι εκπροσωπεί πλέον τον έλληνα καταναλωτή, που είναι ολοένα και πιο απαιτητικός στο να πιάνουν τόπο τα χρήματά του» τονίζει από την πλευρά της η Μίνα Βαλαβάνη, Media Relations & Corporate Responsibility Manager της Unilever, εταιρείας που παράγει ελληνικά τρόφιμα όπως το Βιτάμ και το Άλτις.

«Η ελληνικότητα δεν αρκεί, καθώς κεντρικό ζητούμενο είναι η υψηλή ποιότητα, η κάλυψη βασικών αναγκών και προτιμήσεων, η σωστή τιμή, το να μην είναι δηλαδή απαγορευτικό το κόστος του». Όπως αναφέρει, η προβολή της ελληνικότητας δεν είναι πρωταρχικό μέλημα της επικοινωνίας της Unilever, «ωστόσο σε κάποιες tactical επικοινωνίες αναφέρουμε την ελληνική παραγωγή ως επιπλέον πληροφορία και κυρίως σε προϊόντα όπως το Becel Proactiv, που το brand name του είναι ξένο».
Οι έλληνες καταναλωτές έχουν τη δυνατότητα να στηρίξουν τις ελληνικές επιχειρήσεις και να οδηγήσουν τη χώρα στην ανάκαμψη επιλέγοντας τα ελληνικά προϊόντα πιστεύει και η Τζένη Λαχανά, Group Marketing Director της Creta Farms, εταιρείας που έχει επενδύσει πάρα πολλά στην ελληνικότητα των προϊόντων της, με σημαντική επιτυχία.

«Οι εταιρείες με είδη πρώτης γραμμής, όπως τα τρόφιμα, οφείλουν να αντιληφθούν την ανάγκη για αναπροσαρμογή των τιμών στα σημερινά δεδομένα και να βοηθήσουν στην ελάφρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού. Στην Creta Farms, δίνουμε το παράδειγμα "κοινωνικής τιμολογιακής πολιτικής", καθώς, μεταξύ άλλων, έχουμε προβεί σε σημαντική μείωση τιμών έως και 30% σε πολλούς κωδικούς προϊόντων μας» αναφέρει. Όπως λέει η ίδια, η ελληνική ταυτότητα των προϊόντων της Creta Farms αποτελεί αξιοποιήσιμο στοιχείο στη στρατηγική επικοινωνίας που ακολουθεί η εταιρεία.

«Οι προϊοντικές προτάσεις μας βασίζονται στη θρεπτική αξία και μοναδική γεύση του κρητικού παρθένου ελαιολάδου, στην εξαιρετική ποιότητα των ντόπιων κρεάτων που χρησιμοποιούμε και στο υψηλού επιπέδου R&D τμήμα μας, που δημιουργεί καινοτομίες, με ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα όχι για την ελληνική αλλά και τις διεθνείς αγορές. Άλλωστε στην καμπάνια επικοινωνίας που προγραμματίζουμε για το εξωτερικό περιλαμβάνεται και εκστρατεία για την προώθηση του ελαιολάδου, του φυσικού πλούτου της Ελλάδας» καταλήγει.

«Στηρίζω τη χώρα μου δεν σημαίνει επισκέπτομαι ένα λιανεμπορικό κατάστημα και επιλέγω μόνο προϊόντα ελληνικής παραγωγής", αλλά εξετάζω σε κάθε κατηγορία προϊόντος που με ενδιαφέρει να αγοράσω, αν υπάρχει έλληνας εκπρόσωπος που ικανοποιεί τη σχέση ποιότητας-τιμής που αναζητώ» τονίζει από την πλευρά του ο Άγις Πιστιόλας, Διευθυντής Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας της Agrino, εταιρείας που έχει κάνει «σημαία» την ελληνικότητα των προϊόντων της, στην πρόσφατη επικοινωνία της που δημιούργησε η DDB Athens. Η Agrino δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ελληνική προέλευση των αγροτικών της προϊόντων αναγράφοντας το όνομα του καλλιεργητή και την περιοχή καλλιέργειας του προϊόντος, ρυζιού ή οσπρίου, σε ευκρινή θέση στην πρόσοψη των συσκευασιών της.

Ο Α. Πιστιόλας τονίζει ότι η εταιρεία του δεν μένει μόνο στην ελληνικότητα των προϊόντων της, αλλά επιλέγει καθαρές σχεδιαστικές γραμμές, αναζητά την καλύτερη πρώτη ύλη πανελλαδικά και πρωτοπορεί σε παγκόσμιο επίπεδο, εφαρμόζοντας πρώτη τις αρχές της Ορθής Γεωργικής Πρακτικής στην καλλιέργεια ρυζιών και οσπρίων. «Άρα» μας λέει, «φοράμε μεν τον μπλε μανδύα της ελληνικότητας, αλλά είμαστε και από μέσα ισχυροί και ελκυστικοί. Επικοινωνιακά, εκμεταλλευόμαστε ένα μοναδικό μας πλεονέκτημα: προβάλουμε την προέλευση των προϊόντων Agrino αναδεικνύοντας το "gr" του λογοτύπου μας, αποδεικνύοντας ότι έχουμε την Ελλάδα μέσα μας» καταλήγει.
Η οικονομική κρίση αποτελεί -υπό προϋποθέσεις- ευκαιρία για την ελληνική παραγωγή. Ο έλληνας καταναλωτής φαίνεται να συνειδητοποιεί ολοένα και περισσότερο ότι κάθε ευρώ που μένει στη χώρα, είναι πολύτιμο στην προσπάθεια της Ελλάδας να ανακάμψει οικονομικά. Φυσικά θα πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά προς αυτήν την κατεύθυνση, ωστόσο η κατάσταση που επικρατούσε στο εγγύς παρελθόν ήταν ενδεικτική της κακής νοοτροπίας. Είναι εντελώς απαράδεκτο ως γεγονός, η παραδοσιακή ελληνική φασολάδα να καλύπτεται κατά 46% από εισαγωγές, η φακή κατά 92% και τα ρεβίθια κατά 69%.

Το 2008 η αξία των προϊόντων και υπηρεσιών που εισήχθησαν στη χώρα ξεπέρασε τα 61 δισ. ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι τη χρονιά εκείνη 1 στα 4 ευρώ του ΑΕΠ χρησιμοποιήθηκε για την αγορά ξένων προϊόντων και ως εκ τούτου, για την ενίσχυση ξένων οικονομιών. To έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών τη χρονιά εκείνη ανήλθε στο 14,6% του ΑΕΠ. Εάν η ελληνική βιομηχανία και ο τομέας των υπηρεσιών μπορούσαν να ικανοποιήσουν την εγχώρια ζήτηση, το έλλειμμα αυτό θα ήταν μικρότερο.

Όπως και να έχει, η μείωση των εισαγωγών και η αύξηση της εγχώριας παραγωγής αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την ανάκαμψη. Η αγορά ελληνικών προϊόντων εκτός από το ότι βοηθά τα χρήματα των ελλήνων καταναλωτών να παραμένουν στη χώρα, συμβάλει στη διατήρηση των θέσεων εργασίας, στην αύξηση της απασχόλησης, ενώ τροφοδοτεί τα δημόσια έσοδα από τους φόρους και δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για επενδύσεις. Και επειδή πολύ κουβέντα γίνεται τελευταία για την ανταγωνιστικότητα, είναι σαφές ότι όσο ταχύτερα θα αυξάνεται η ελληνική παραγωγή, τόσο θα ευνοείται ο ανταγωνισμός και θα συμπιέζονται οι τιμές.

Προς την κατεύθυνση αυτή κινείται η πρωτοβουλία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να στηρίξει με 3 δισ. ευρώ το 2011 την παραγωγή προϊόντων που αποτελούν το «εθνικό μας καλάθι», όπως είναι το λάδι, οι ελιές, το κρασί, το ψωμί, το σκληρό σιτάρι, το μέλι, η φέτα, τα τυριά (φέτα, γραβιέρα κ.ά.), τα φρούτα και τα λαχανικά. Οι πρωτοβουλίες όμως πληθαίνουν διαρκώς και μία επιπλέον είναι η προτροπή της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου να δείξουν οι έλληνες καταναλωτές την προτίμησή τους στα εγχώρια προϊόντα, με barcode που ξεκινάει από τον αριθμό 520.


Τι κάνουν οι εταιρείες
Οι ελληνικές εταιρείες έχουν ήδη αντιληφθεί τη νέα τάση -που ταυτόχρονα αποτελεί και ανάγκη- και προτάσσουν πλέον την ελληνικότητά τους στην επικοινωνία τους. Πρωτοπόρες εταιρείες σε αυτήν τη στρατηγική είναι εταιρείες όπως οι Agrino, Μινέρβα Ελαιουργική, Γιώτης, ΑΒ Βασιλόπουλος, Σκλαβενίτης, Mediterra (MastihaShop), Creta Farm, Όλυμπος, Μέλι Αττική και δεκάδες άλλες. Αυτό που μέχρι πριν μερικά χρόνια ήταν «μειονέκτημα», σήμερα μετεξελίσσεται σε ισχυρότατο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Η επένδυση στην ελληνικότητα όμως από μόνη της δεν αρκεί εάν το προϊόν δεν είναι ποιοτικό, αξιόπιστο και στη σωστή σχέση τιμής-αξίας.

Στελέχη της αγοράς μιλώντας στο Marketing Week συμφώνησαν σε αυτό, ενώ τόνισαν σε κάθε κλίμακα ότι υπάρχουν σήμερα μεγάλα περιθώρια να στηρίξει ο έλληνας καταναλωτής τα ελληνικά προϊόντα. Παράλληλα επισήμαναν ότι προς την κατεύθυνση αυτή βοηθάει και η νέα εμπορική πολιτική των προϊόντων, η οποία αφορά στις μειώσεις τιμών και στις προσφορές. Οι τακτικές αυτές, ακόμα και εάν δεν επιτυγχάνουν αύξηση πωλήσεων, διατηρούν σε ένα βαθμό τις πωλήσεις τους.

«Η στρατηγική μας ήδη βασιζόταν και στο δεδομένο της ελληνικότητας των προϊόντων μας κι έτσι, έχουμε χτίσει την εικόνα αυτή στο μυαλό του έλληνα καταναλωτή» αναφέρει ο Παναγιώτης Μίλης, Διευθυντής Μάρκετινγκ της Έψα, τονίζοντας παράλληλα ότι η εταιρεία του δεν θα ήθελε η ελληνική προέλευσή της να αποτελέσει USP για τη στρατηγική της, αφού από μόνη της δεν αρκεί, απαιτώντας να υπάρχει εγγύηση ποιότητας. «Ο καταναλωτής μας, ξέρει ότι αγοράζοντας ΕΨΑ αγοράζει όχι μόνο ελληνικά, αλλά και ποιοτικά προϊόντα κι αυτή η στρατηγική που ακολουθούμε χρόνια τώρα δεν θα αλλάξει» επισημαίνει.

«Το "παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο" δεν πιστεύω ότι εκπροσωπεί πλέον τον έλληνα καταναλωτή, που είναι ολοένα και πιο απαιτητικός στο να πιάνουν τόπο τα χρήματά του» τονίζει από την πλευρά της η Μίνα Βαλαβάνη, Media Relations & Corporate Responsibility Manager της Unilever, εταιρείας που παράγει ελληνικά τρόφιμα όπως το Βιτάμ και το Άλτις.

«Η ελληνικότητα δεν αρκεί, καθώς κεντρικό ζητούμενο είναι η υψηλή ποιότητα, η κάλυψη βασικών αναγκών και προτιμήσεων, η σωστή τιμή, το να μην είναι δηλαδή απαγορευτικό το κόστος του». Όπως αναφέρει, η προβολή της ελληνικότητας δεν είναι πρωταρχικό μέλημα της επικοινωνίας της Unilever, «ωστόσο σε κάποιες tactical επικοινωνίες αναφέρουμε την ελληνική παραγωγή ως επιπλέον πληροφορία και κυρίως σε προϊόντα όπως το Becel Proactiv, που το brand name του είναι ξένο».
Οι έλληνες καταναλωτές έχουν τη δυνατότητα να στηρίξουν τις ελληνικές επιχειρήσεις και να οδηγήσουν τη χώρα στην ανάκαμψη επιλέγοντας τα ελληνικά προϊόντα πιστεύει και η Τζένη Λαχανά, Group Marketing Director της Creta Farms, εταιρείας που έχει επενδύσει πάρα πολλά στην ελληνικότητα των προϊόντων της, με σημαντική επιτυχία.

«Οι εταιρείες με είδη πρώτης γραμμής, όπως τα τρόφιμα, οφείλουν να αντιληφθούν την ανάγκη για αναπροσαρμογή των τιμών στα σημερινά δεδομένα και να βοηθήσουν στην ελάφρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού. Στην Creta Farms, δίνουμε το παράδειγμα "κοινωνικής τιμολογιακής πολιτικής", καθώς, μεταξύ άλλων, έχουμε προβεί σε σημαντική μείωση τιμών έως και 30% σε πολλούς κωδικούς προϊόντων μας» αναφέρει. Όπως λέει η ίδια, η ελληνική ταυτότητα των προϊόντων της Creta Farms αποτελεί αξιοποιήσιμο στοιχείο στη στρατηγική επικοινωνίας που ακολουθεί η εταιρεία.

«Οι προϊοντικές προτάσεις μας βασίζονται στη θρεπτική αξία και μοναδική γεύση του κρητικού παρθένου ελαιολάδου, στην εξαιρετική ποιότητα των ντόπιων κρεάτων που χρησιμοποιούμε και στο υψηλού επιπέδου R&D τμήμα μας, που δημιουργεί καινοτομίες, με ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα όχι για την ελληνική αλλά και τις διεθνείς αγορές. Άλλωστε στην καμπάνια επικοινωνίας που προγραμματίζουμε για το εξωτερικό περιλαμβάνεται και εκστρατεία για την προώθηση του ελαιολάδου, του φυσικού πλούτου της Ελλάδας» καταλήγει.

«Στηρίζω τη χώρα μου δεν σημαίνει επισκέπτομαι ένα λιανεμπορικό κατάστημα και επιλέγω μόνο προϊόντα ελληνικής παραγωγής", αλλά εξετάζω σε κάθε κατηγορία προϊόντος που με ενδιαφέρει να αγοράσω, αν υπάρχει έλληνας εκπρόσωπος που ικανοποιεί τη σχέση ποιότητας-τιμής που αναζητώ» τονίζει από την πλευρά του ο Άγις Πιστιόλας, Διευθυντής Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας της Agrino, εταιρείας που έχει κάνει «σημαία» την ελληνικότητα των προϊόντων της, στην πρόσφατη επικοινωνία της που δημιούργησε η DDB Athens. Η Agrino δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ελληνική προέλευση των αγροτικών της προϊόντων αναγράφοντας το όνομα του καλλιεργητή και την περιοχή καλλιέργειας του προϊόντος, ρυζιού ή οσπρίου, σε ευκρινή θέση στην πρόσοψη των συσκευασιών της.

Ο Α. Πιστιόλας τονίζει ότι η εταιρεία του δεν μένει μόνο στην ελληνικότητα των προϊόντων της, αλλά επιλέγει καθαρές σχεδιαστικές γραμμές, αναζητά την καλύτερη πρώτη ύλη πανελλαδικά και πρωτοπορεί σε παγκόσμιο επίπεδο, εφαρμόζοντας πρώτη τις αρχές της Ορθής Γεωργικής Πρακτικής στην καλλιέργεια ρυζιών και οσπρίων. «Άρα» μας λέει, «φοράμε μεν τον μπλε μανδύα της ελληνικότητας, αλλά είμαστε και από μέσα ισχυροί και ελκυστικοί. Επικοινωνιακά, εκμεταλλευόμαστε ένα μοναδικό μας πλεονέκτημα: προβάλουμε την προέλευση των προϊόντων Agrino αναδεικνύοντας το "gr" του λογοτύπου μας, αποδεικνύοντας ότι έχουμε την Ελλάδα μέσα μας» καταλήγει.

Η διεθνής αγορά διέξοδο στην κρίση
Η κακή οικονομική συγκυρία στη χώρα και η πτώση των πωλήσεων και των κερδών έδωσαν ένα επιπλέον κίνητρο στις ελληνικές εταιρείες τροφίμων για να διευρύνουν τις δραστηριότητές τους σε αγορές του εξωτερικού. Εταιρείες όπως οι Vivartia, ΦΑΓΕ, Όλυμπος, Creta Farms, Μέλι Αττική, Agrino, Μινέρβα, 3Α κ.ά. έχουν βρει σημαντική διέξοδο στις ξένες αγορές και καλύπτουν έτσι τις όποιες απώλειες στην ελληνική αγορά. Υπό ποιες προϋποθέσεις όμως η ελληνικότητα ενός προϊόντος μπορεί να λειτουργήσει ως πλεονέκτημα στις διεθνείς αγορές;

Άγις Πιστιόλας, Διευθυντής Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας της Agrino - ΕΥ.ΓΕ. Πιστιόλας
«Ας είναι η κρίση ευκαιρία ενίσχυσης των ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό»
Αργήσαμε σαν ελληνική βιομηχανία τροφίμων να κατανοήσουμε τη σημασία της εξωστρέφειας ως πολύτιμη πηγή ζωής και ανάπτυξης για τους οργανισμούς μας. Ελπίζω με την ευκαιρία της κρίσης που όλοι ζούμε, να δημιουργηθούν εκείνες οι υποδομές, κρατικές, κλαδικές και επιχειρηματικές ώστε να κατακτήσουμε τη θέση που μας αξίζει στα λιανεμπορικά ράφια της υφηλίου.

Η πρόσφατη εμπειρία μας δείχνει ότι με σωστά σχεδιασμένη στρατηγική προϊόντος προσαρμοσμένη στην αγορά-στόχο, με ισχυρά δίκτυα διανομής και προώθησης, τα οποία μπορούν να συσταθούν εκ νέου από επιχειρηματικές συνεργασίες, αλλά και με ικανές ποσότητες προϊόντων σε καλή σχέση ποιότητας-τιμής, είναι εφικτή η επιτυχημένη διείσδυση, αλλά και εγκαθίδρυση ελληνικών σημάτων στις αγορές του εξωτερικού. Αν στα παραπάνω προστεθεί και η μεσογειακή διατροφή και τα ευεργετήματά της σε κάθε φάσμα της επικοινωνιακής στρατηγικής της εταιρείας, η ελληνικότητα αποκτά ουσιαστική ισχύ ως κριτήριο επιλογής. Αναγκαία συνθήκη αποτελεί η συνεπής, συντονισμένη και συλλογική προσπάθεια από όλους τους ενδιαφερόμενους.

Τζένη Λαχανά, Group Marketing Director της Creta Farms«Επένδυση στις ξένες αγορές διαρκώς, όχι μόνο στην κρίση»
Η εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων πρέπει να αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της στρατηγικής ανάπτυξής τους κι όχι μόνο διέξοδο σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Η ελληνικότητα των προϊόντων, ειδικότερα στην αγορά τροφίμων, ενέχει τη βαθιά γνώση της υγιεινής μεσογειακής διατροφής. Σε μία διεθνή σκηνή, με έντονο ανταγωνισμό, η γνώση αυτή πρέπει να μετουσιωθεί σε καινοτομία ώστε να αναδειχθούν οι προτάσεις μας μέσα από πρωτοποριακά προϊόντα.

Χαρακτηριστική είναι η προϊοντική καινοτομία του «Εν Ελλάδι» της Creta Farms, δηλαδή η αντικατάσταση του ζωικού λίπους με εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, η οποία «ταξιδεύει» σε όλο τον κόσμο και παράλληλα, καθιστά την εταιρεία πρεσβευτή της μεσογειακής διατροφής στις διεθνείς αγορές. Η παρουσία μας σε 14 χώρες παρουσιάζει προκλήσεις, τις οποίες αντιμετωπίζουμε με τη δημιουργία κοινοπραξιών με ισχυρούς τοπικούς εταίρους και με ευελιξία, προσαρμόζοντας αναλόγως τις τακτικές Mάρκετινγκ και με σεβασμό στις γευστικές ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες των καταναλωτών.

Επιπλέον, ενισχύουμε το προφίλ της ελληνικής επιχειρηματικότητας παγκοσμίως και προωθείται η ιδέα της ελληνικότητας σε επίπεδο εμπειρίας αγορών και καινοτομίας.

Μίνα Βαλαβάνη, Media Relations & Corporate Responsibility Manager της Unilever
«Οι διεθνείς αγορές διψούν για "έθνικ" γεύσεις»
Υπάρχουν ελληνικά προϊόντα τα οποία χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης στο εξωτερικό. Δεν είναι τυχαίο ότι το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο ή ένα μπουκάλι καλό ελληνικό κρασί θεωρούνται τα πιο εκλεκτά δώρα για τους ξένους. Βέβαια, η είσοδος στις αγορές του εξωτερικού δεν είναι πάντα εύκολη λόγω της διαφορετικής κουλτούρας, της απόστασης, αλλά πιστεύω ότι έχουμε στα χέρια μας πολύ καλά ελληνικά προϊόντα, με πολύ υψηλή ποιότητα και ιδιαίτερα στον κλάδο των τροφίμων.

Επίσης, υπάρχουν εγχώριες βιομηχανίες, που με το σωστό Mάρκετινγκ αλλά και τη στοχευμένη διανομή, έχουν πετύχει να πωλούνται με επιτυχία σε εξαιρετικά καταστήματα στο εξωτερικό παρά τον έντονο ανταγωνισμό. Μπορεί οι εξαγωγές να μην έχουν άμεσα αποτελέσματα, αλλά επειδή οι αγορές είναι μεγάλες, πραγματικά αξίζει η προσπάθεια. Και αξίζει ιδιαίτερα για προϊόντα όπως το ελαιόλαδο που πραγματικά είναι το καλύτερο στον κόσμο, αλλά και τα πολύ καλά κρασιά μας, που στην πλειονότητά τους είναι σχεδόν άγνωστα στο εξωτερικό.

Πιστεύω, επίσης ότι προϊόντα ιδιαίτερα όπως η μαστίχα, το μέλι, ο χαλβάς, η φέτα και το ούζο, που εκτιμώνται για τη γεύση τους και από τους ξένους καταναλωτές μπορούν να έχουν σημαντική επιτυχία στις αγορές του εξωτερικού, που «διψούν» για «έθνικ» γεύσεις.

Παναγιώτης Μίλης, Διευθυντής Mάρκετινγκ της ΕΨΑ
«Διέξοδος, εάν συμβαδίζει με ποιότητα, λογικές τιμές και στοχευμένη προώθηση»
Η αλήθεια είναι ότι ειδικά σε περιόδους κρίσης η διέξοδος στις διεθνείς αγορές είναι σωτήρια για πολλές επιχειρήσεις. Οι πωλήσεις του εσωτερικού σε αυτές τις περιόδους αναπόφευκτα μειώνονται κι αυτό αποτελεί ευκαιρία για μεγαλύτερη έμφαση στις αγορές του εξωτερικού. Ευτυχώς η φήμη της ποιότητας των ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό είναι σε πολύ καλό επίπεδο, οπότε έχουμε εξασφαλισμένο ένα βασικό πλεονέκτημα για να κατακτήσουμε κι αυτήν την αγορά.

Εξυπακούεται βέβαια ότι αυτό το πλεονέκτημα από μόνο του δεν είναι αρκετό να ενισχύσει τις εξαγωγές, χρειάζεται αποδεδειγμένα καλή ποιότητα προϊόντων, στοχευμένη προώθηση αυτών και βέβαια λογικές τιμές.

Αλίκη Αναγνωσταρά, Πρόεδρος & Διευθύνουσα Σύμβουλος της TBWA/Athens
«Ο καταναλωτής δεν είναι πλέον καταναλωτής, αλλά ακροατής»
Μια ιδιαίτερα ριζοσπαστική άποψη για τον νέο ρόλο του καταναλωτή έχει υιοθετήσει η Αλίκη Αναγνωσταρά. Η Πρόεδρος & Διευθύνουσα Σύμβουλος της TBWA/Athens θεωρεί ότι ο καταναλωτής έχει πάψει από καιρό να είναι καταναλωτής και όσο οι μάρκες τον ονομάζουν ακόμα έτσι, οι ελπίδες τους για στήριξη και πίστη από αυτόν μικραίνουν όλο και περισσότερο.

«Σε μια εποχή που θεοποιεί την ατομικότητα, κανείς μας δεν "καταναλώνει" ούτε προϊόντα, ούτε μάρκες, ούτε απόψεις. Είμαστε άτομα, με μια μεγάλη γκάμα επιλογών και είμαστε ακροατήρια σε μηνύματα, πληροφορίες και συμπεριφορές. Όταν οι ελληνικές μάρκες το αντιληφθούν αυτό και συμπεριφερθούν σαν να έχουν συνομιλητές και όχι καταναλωτές, είναι σίγουρο ότι θα πάρουν πίσω το μερίδιο που τους αξίζει» ανέφερε.

Η Αλίκη Αναγνωσταρά πιστεύει ότι όταν χειριζόμαστε ελληνικές μάρκες χρειάζεται να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, ειδικά στην εποχή μας, να ανοίγουμε αυτόν τον διάλογο και να στεκόμαστε με συνέπεια σε αυτόν. Όσον αφορά στην ελληνικότητα, η επικεφαλής της TBWA/Athens θεωρεί ότι η ελληνικότητα δεν έχει λόγο να προβάλλεται σαν κεντρικό μήνυμα.

«Στο πλαίσιο του διαλόγου με τα κοινά, η ελληνικότητα είναι εκεί σαν μέρος της συμπεριφοράς, της γλώσσας και του πολιτισμού που μας συνδέει. Οι ελληνικές μάρκες έχουν και βάθος και κουλτούρα και μπορούν να σταθούν επάξια απέναντι σε κάθε παγκόσμιο παίκτη. Φτάνει να το αποφασίσουν και να υποστηρίξουν αυτό που πιστεύουν. Όχι μόνο βάζοντας στη "γλώσσα" τους 2-3 τρέχουσες εκφράσεις για να αποδείξουν την καταγωγή τους. Αλλά με στάση συνειδητού έλληνα πολίτη που και εκφράζεται και πράττει για το συνολικό καλό». Σύμφωνα με την Αλίκη Αναγνωσταρά, πρέπει να αντιμετωπίζουμε ως εθνικό θέμα την πορεία των ελληνικών μαρκών στον κόσμο.

Ο δρόμος είναι μεγάλος, ωστόσο πρέπει να τον διασχίσουμε πιστεύει η ίδια, αφού «η ποιότητα στα προϊόντα της γης για παράδειγμα, είναι σαφώς ανώτερη και αξίζει να βρίσκεται στα καλύτερα ντελικατέσεν του κόσμου» αναφέρει. «Αν αποφασίσουμε ότι η χώρα μας δεν παράγει μόνο τουρισμό, παραλίες και αξιοθέατα, τότε η προοπτική για τα ελληνικά προϊόντα δεν έχει όρια. Αν συνυπολογίσει κανείς ότι ζούμε στην εποχή της παγκόσμιας κρίσης, αυτό δεν είναι πια εναλλακτική. Είναι μονόδρομος»
καταλήγει.

Και τα σούπερ μάρκετ στο παιχνίδι της ελληνικότητας
Ιδιαίτερη δυναμική έχει αποκτήσει ο ρόλος της ελληνικότητας των τροφίμων μέσα από τη στρατηγική μεγάλων σούπερ μάρκετ. Tα τελευταία, διευρύνουν τους κωδικούς ελληνικών τροφίμων, κίνηση που προτάσσουν και μέσα από την επικοινωνία τους. Ίσως ο πλέον δυναμικός εκπρόσωπος της τάσης αυτής είναι η αλυσίδα ΑΒ Βασιλόπουλος. Η Αλεξία Μαχαίρα, Communication & C.R Manager της εταιρείας είχε να μας πει περισσότερα για τη στρατηγική αυτή επιλογή.

Marketing Week: Παρά την κρίση, εκτιμάτε ότι υπάρχουν περιθώρια να στηρίξει ο έλληνας καταναλωτής τα ελληνικά τρόφιμα;

Αλεξία Μαχαίρα:
Η στήριξη των ελληνικών προϊόντων δεν είναι κάτι καινούργιο για μας, ήταν πάντα σημαντικό και ζωτικό κομμάτι της εμπορικής πολιτικής μας. Η ΑΒ φημιζόταν πάντα και για το ελληνικό «και του πουλιού το γάλα». Διαθέτει εξαίρετα ελληνικά τυριά, αλλαντικά, κρασιά, μικρές παραγωγές ζυμαρικών, παξιμάδια, υπέροχα κουλουράκια, κομπόστες, μέλια, μαρμελάδες, φρέσκα γάλατα απ’ όλη την Ελλάδα, αλίπαστα, ντελικατέσεν αλλά και φρούτα και λαχανικά που χάρη στην ΑΒ αναδείχθηκαν και κράτησαν το έμψυχο δυναμικό που τα παράγει, να ευημερεί στην περιφέρεια. Τρανό πρόσφατο παράδειγμα είναι σειρές όπως η «Κοντά στην Ελληνική Γη», η κατεξοχήν «ελληνική» σειρά, αν και οι υπόλοιπες σειρές μας συμπεριλαμβάνουν πολλά προϊόντα που παράγονται στη χώρα μας.

Φυσικά υπάρχουν και τα τοπικά προϊόντα που μπορεί κανείς να βρει στα καταστήματα μας ανά την Ελλάδα και που όσο η ΑΒ επεκτείνεται στην περιφέρεια, ανακαλύπτει συνεχώς μικρούς τοπικούς θησαυρούς.

Η οικονομική ύφεση είναι ευκαιρία να υποστηρίξουμε ως εταιρεία και ως καταναλωτές αυτά τα προϊόντα και να αναδείξουμε την ποιότητα και την ποικιλία που τα διακρίνει. Ως ΑΒ Βασιλόπουλος το πιστεύουμε και το επικοινωνούμε με τη νέα μας καμπάνια που υποστηρίζει την ελληνικότητα πολλών προϊόντων μας. Έχουμε όμως και άλλες προγραμματισμένες ενέργειες κατά τη διάρκεια της χρονιάς για την περαιτέρω ενίσχυσή τους. Φυσικά και δεν «δαιμονοποιούμε» τα εισαγόμενα. Υπάρχουν εξαιρετικά προϊόντα και είναι στην αντίληψη και την τελική επιλογή του κάθε καταναλωτή. Marketing Week: Η στήριξη των ΑΒ στα ελληνικά τρόφιμα μπορεί να αποτελέσει το ισχυρό USP, πάνω στο οποίο θα χτίσετε μια μακροχρόνια και ρεαλιστική στρατηγική επικοινωνίας;

Αλεξία Μαχαίρα: Η υποστήριξη του ελληνικού χαρακτήρα των προϊόντων μας δεν είναι κάτι καινούργιο για μας, και δεν υπήρξαμε ποτέ φειδωλοί στην προβολή τους. Σας θυμίζω χαρακτηριστικά τις διάσημες «ελληνικές εβδομάδες» της ΑΒ στις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80 (πάλι υπήρχε αντίστοιχο θέμα), αλλά και στις πάμπολλες διοργανώσεις τοπικών ελληνικών προϊόντων στα ΑΒ στις δεκαετίες του ‘90 και 2000. Σε ό,τι αφορά το USP, δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να χτίσει ή να ανήκει αποκλειστικά στην ΑΒ όταν πολλές εταιρείες του κλάδου μας πωλούν προϊόντα ελληνικής προέλευσης.

Θα θεωρείτο μάλλον σαν τέχνασμα Μάρκετινγκ για να φέρει πωλήσεις. Διατηρούμε μια απόλυτα ειλικρινή γραμμή επικοινωνίας μέσω των διαφημίσεών μας με τον πελάτη, δεν λέμε ποτέ ψέματα, δεν τάζουμε πράγματα που δεν τα πιστεύουμε και σεβόμαστε απόλυτα τη βούλησή του να αγοράσει ελληνικό ή εισαγόμενο προϊόν.

Η προβολή των ελληνικών προϊόντων από τους παραγωγούς ή τη βιομηχανία είναι απόλυτα σωστή πράξη, γιατί ξεκαθαρίζει στο μυαλό των καταναλωτών τα χαρακτηριστικά τους και λύνουν μια απορία που δεν είναι πάντα εύκολο να λυθεί. Βλέπετε το θέμα του προθέματος των ελληνικών barcodes που κυκλοφορεί ευρέως στο Διαδίκτυο, δεν είναι πολύ σαφές και φυσικά ούτε απόλυτα σωστό.

Η διεθνής αγορά διέξοδο στην κρίση
Η κακή οικονομική συγκυρία στη χώρα και η πτώση των πωλήσεων και των κερδών έδωσαν ένα επιπλέον κίνητρο στις ελληνικές εταιρείες τροφίμων για να διευρύνουν τις δραστηριότητές τους σε αγορές του εξωτερικού. Εταιρείες όπως οι Vivartia, ΦΑΓΕ, Όλυμπος, Creta Farms, Μέλι Αττική, Agrino, Μινέρβα, 3Α κ.ά. έχουν βρει σημαντική διέξοδο στις ξένες αγορές και καλύπτουν έτσι τις όποιες απώλειες στην ελληνική αγορά. Υπό ποιες προϋποθέσεις όμως η ελληνικότητα ενός προϊόντος μπορεί να λειτουργήσει ως πλεονέκτημα στις διεθνείς αγορές;

Άγις Πιστιόλας, Διευθυντής Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας της Agrino - ΕΥ.ΓΕ. Πιστιόλας
«Ας είναι η κρίση ευκαιρία ενίσχυσης των ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό»
Αργήσαμε σαν ελληνική βιομηχανία τροφίμων να κατανοήσουμε τη σημασία της εξωστρέφειας ως πολύτιμη πηγή ζωής και ανάπτυξης για τους οργανισμούς μας. Ελπίζω με την ευκαιρία της κρίσης που όλοι ζούμε, να δημιουργηθούν εκείνες οι υποδομές, κρατικές, κλαδικές και επιχειρηματικές ώστε να κατακτήσουμε τη θέση που μας αξίζει στα λιανεμπορικά ράφια της υφηλίου.

Η πρόσφατη εμπειρία μας δείχνει ότι με σωστά σχεδιασμένη στρατηγική προϊόντος προσαρμοσμένη στην αγορά-στόχο, με ισχυρά δίκτυα διανομής και προώθησης, τα οποία μπορούν να συσταθούν εκ νέου από επιχειρηματικές συνεργασίες, αλλά και με ικανές ποσότητες προϊόντων σε καλή σχέση ποιότητας-τιμής, είναι εφικτή η επιτυχημένη διείσδυση, αλλά και εγκαθίδρυση ελληνικών σημάτων στις αγορές του εξωτερικού. Αν στα παραπάνω προστεθεί και η μεσογειακή διατροφή και τα ευεργετήματά της σε κάθε φάσμα της επικοινωνιακής στρατηγικής της εταιρείας, η ελληνικότητα αποκτά ουσιαστική ισχύ ως κριτήριο επιλογής. Αναγκαία συνθήκη αποτελεί η συνεπής, συντονισμένη και συλλογική προσπάθεια από όλους τους ενδιαφερόμενους.

Τζένη Λαχανά, Group Marketing Director της Creta Farms«Επένδυση στις ξένες αγορές διαρκώς, όχι μόνο στην κρίση»
Η εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων πρέπει να αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της στρατηγικής ανάπτυξής τους κι όχι μόνο διέξοδο σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Η ελληνικότητα των προϊόντων, ειδικότερα στην αγορά τροφίμων, ενέχει τη βαθιά γνώση της υγιεινής μεσογειακής διατροφής. Σε μία διεθνή σκηνή, με έντονο ανταγωνισμό, η γνώση αυτή πρέπει να μετουσιωθεί σε καινοτομία ώστε να αναδειχθούν οι προτάσεις μας μέσα από πρωτοποριακά προϊόντα.

Χαρακτηριστική είναι η προϊοντική καινοτομία του «Εν Ελλάδι» της Creta Farms, δηλαδή η αντικατάσταση του ζωικού λίπους με εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, η οποία «ταξιδεύει» σε όλο τον κόσμο και παράλληλα, καθιστά την εταιρεία πρεσβευτή της μεσογειακής διατροφής στις διεθνείς αγορές. Η παρουσία μας σε 14 χώρες παρουσιάζει προκλήσεις, τις οποίες αντιμετωπίζουμε με τη δημιουργία κοινοπραξιών με ισχυρούς τοπικούς εταίρους και με ευελιξία, προσαρμόζοντας αναλόγως τις τακτικές Mάρκετινγκ και με σεβασμό στις γευστικές ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες των καταναλωτών.

Επιπλέον, ενισχύουμε το προφίλ της ελληνικής επιχειρηματικότητας παγκοσμίως και προωθείται η ιδέα της ελληνικότητας σε επίπεδο εμπειρίας αγορών και καινοτομίας.

Μίνα Βαλαβάνη, Media Relations & Corporate Responsibility Manager της Unilever
«Οι διεθνείς αγορές διψούν για "έθνικ" γεύσεις»
Υπάρχουν ελληνικά προϊόντα τα οποία χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης στο εξωτερικό. Δεν είναι τυχαίο ότι το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο ή ένα μπουκάλι καλό ελληνικό κρασί θεωρούνται τα πιο εκλεκτά δώρα για τους ξένους. Βέβαια, η είσοδος στις αγορές του εξωτερικού δεν είναι πάντα εύκολη λόγω της διαφορετικής κουλτούρας, της απόστασης, αλλά πιστεύω ότι έχουμε στα χέρια μας πολύ καλά ελληνικά προϊόντα, με πολύ υψηλή ποιότητα και ιδιαίτερα στον κλάδο των τροφίμων.

Επίσης, υπάρχουν εγχώριες βιομηχανίες, που με το σωστό Mάρκετινγκ αλλά και τη στοχευμένη διανομή, έχουν πετύχει να πωλούνται με επιτυχία σε εξαιρετικά καταστήματα στο εξωτερικό παρά τον έντονο ανταγωνισμό. Μπορεί οι εξαγωγές να μην έχουν άμεσα αποτελέσματα, αλλά επειδή οι αγορές είναι μεγάλες, πραγματικά αξίζει η προσπάθεια. Και αξίζει ιδιαίτερα για προϊόντα όπως το ελαιόλαδο που πραγματικά είναι το καλύτερο στον κόσμο, αλλά και τα πολύ καλά κρασιά μας, που στην πλειονότητά τους είναι σχεδόν άγνωστα στο εξωτερικό.

Πιστεύω, επίσης ότι προϊόντα ιδιαίτερα όπως η μαστίχα, το μέλι, ο χαλβάς, η φέτα και το ούζο, που εκτιμώνται για τη γεύση τους και από τους ξένους καταναλωτές μπορούν να έχουν σημαντική επιτυχία στις αγορές του εξωτερικού, που «διψούν» για «έθνικ» γεύσεις.

Παναγιώτης Μίλης, Διευθυντής Mάρκετινγκ της ΕΨΑ
«Διέξοδος, εάν συμβαδίζει με ποιότητα, λογικές τιμές και στοχευμένη προώθηση»
Η αλήθεια είναι ότι ειδικά σε περιόδους κρίσης η διέξοδος στις διεθνείς αγορές είναι σωτήρια για πολλές επιχειρήσεις. Οι πωλήσεις του εσωτερικού σε αυτές τις περιόδους αναπόφευκτα μειώνονται κι αυτό αποτελεί ευκαιρία για μεγαλύτερη έμφαση στις αγορές του εξωτερικού. Ευτυχώς η φήμη της ποιότητας των ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό είναι σε πολύ καλό επίπεδο, οπότε έχουμε εξασφαλισμένο ένα βασικό πλεονέκτημα για να κατακτήσουμε κι αυτήν την αγορά.

Εξυπακούεται βέβαια ότι αυτό το πλεονέκτημα από μόνο του δεν είναι αρκετό να ενισχύσει τις εξαγωγές, χρειάζεται αποδεδειγμένα καλή ποιότητα προϊόντων, στοχευμένη προώθηση αυτών και βέβαια λογικές τιμές.

Αλίκη Αναγνωσταρά, Πρόεδρος & Διευθύνουσα Σύμβουλος της TBWA/Athens
«Ο καταναλωτής δεν είναι πλέον καταναλωτής, αλλά ακροατής»
Μια ιδιαίτερα ριζοσπαστική άποψη για τον νέο ρόλο του καταναλωτή έχει υιοθετήσει η Αλίκη Αναγνωσταρά. Η Πρόεδρος & Διευθύνουσα Σύμβουλος της TBWA/Athens θεωρεί ότι ο καταναλωτής έχει πάψει από καιρό να είναι καταναλωτής και όσο οι μάρκες τον ονομάζουν ακόμα έτσι, οι ελπίδες τους για στήριξη και πίστη από αυτόν μικραίνουν όλο και περισσότερο.

«Σε μια εποχή που θεοποιεί την ατομικότητα, κανείς μας δεν "καταναλώνει" ούτε προϊόντα, ούτε μάρκες, ούτε απόψεις. Είμαστε άτομα, με μια μεγάλη γκάμα επιλογών και είμαστε ακροατήρια σε μηνύματα, πληροφορίες και συμπεριφορές. Όταν οι ελληνικές μάρκες το αντιληφθούν αυτό και συμπεριφερθούν σαν να έχουν συνομιλητές και όχι καταναλωτές, είναι σίγουρο ότι θα πάρουν πίσω το μερίδιο που τους αξίζει» ανέφερε.

Η Αλίκη Αναγνωσταρά πιστεύει ότι όταν χειριζόμαστε ελληνικές μάρκες χρειάζεται να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, ειδικά στην εποχή μας, να ανοίγουμε αυτόν τον διάλογο και να στεκόμαστε με συνέπεια σε αυτόν. Όσον αφορά στην ελληνικότητα, η επικεφαλής της TBWA/Athens θεωρεί ότι η ελληνικότητα δεν έχει λόγο να προβάλλεται σαν κεντρικό μήνυμα.

«Στο πλαίσιο του διαλόγου με τα κοινά, η ελληνικότητα είναι εκεί σαν μέρος της συμπεριφοράς, της γλώσσας και του πολιτισμού που μας συνδέει. Οι ελληνικές μάρκες έχουν και βάθος και κουλτούρα και μπορούν να σταθούν επάξια απέναντι σε κάθε παγκόσμιο παίκτη. Φτάνει να το αποφασίσουν και να υποστηρίξουν αυτό που πιστεύουν. Όχι μόνο βάζοντας στη "γλώσσα" τους 2-3 τρέχουσες εκφράσεις για να αποδείξουν την καταγωγή τους. Αλλά με στάση συνειδητού έλληνα πολίτη που και εκφράζεται και πράττει για το συνολικό καλό». Σύμφωνα με την Αλίκη Αναγνωσταρά, πρέπει να αντιμετωπίζουμε ως εθνικό θέμα την πορεία των ελληνικών μαρκών στον κόσμο.

Ο δρόμος είναι μεγάλος, ωστόσο πρέπει να τον διασχίσουμε πιστεύει η ίδια, αφού «η ποιότητα στα προϊόντα της γης για παράδειγμα, είναι σαφώς ανώτερη και αξίζει να βρίσκεται στα καλύτερα ντελικατέσεν του κόσμου» αναφέρει. «Αν αποφασίσουμε ότι η χώρα μας δεν παράγει μόνο τουρισμό, παραλίες και αξιοθέατα, τότε η προοπτική για τα ελληνικά προϊόντα δεν έχει όρια. Αν συνυπολογίσει κανείς ότι ζούμε στην εποχή της παγκόσμιας κρίσης, αυτό δεν είναι πια εναλλακτική. Είναι μονόδρομος»
καταλήγει.

Και τα σούπερ μάρκετ στο παιχνίδι της ελληνικότητας
Ιδιαίτερη δυναμική έχει αποκτήσει ο ρόλος της ελληνικότητας των τροφίμων μέσα από τη στρατηγική μεγάλων σούπερ μάρκετ. Tα τελευταία, διευρύνουν τους κωδικούς ελληνικών τροφίμων, κίνηση που προτάσσουν και μέσα από την επικοινωνία τους. Ίσως ο πλέον δυναμικός εκπρόσωπος της τάσης αυτής είναι η αλυσίδα ΑΒ Βασιλόπουλος. Η Αλεξία Μαχαίρα, Communication & C.R Manager της εταιρείας είχε να μας πει περισσότερα για τη στρατηγική αυτή επιλογή.

Marketing Week: Παρά την κρίση, εκτιμάτε ότι υπάρχουν περιθώρια να στηρίξει ο έλληνας καταναλωτής τα ελληνικά τρόφιμα;

Αλεξία Μαχαίρα:
Η στήριξη των ελληνικών προϊόντων δεν είναι κάτι καινούργιο για μας, ήταν πάντα σημαντικό και ζωτικό κομμάτι της εμπορικής πολιτικής μας. Η ΑΒ φημιζόταν πάντα και για το ελληνικό «και του πουλιού το γάλα». Διαθέτει εξαίρετα ελληνικά τυριά, αλλαντικά, κρασιά, μικρές παραγωγές ζυμαρικών, παξιμάδια, υπέροχα κουλουράκια, κομπόστες, μέλια, μαρμελάδες, φρέσκα γάλατα απ’ όλη την Ελλάδα, αλίπαστα, ντελικατέσεν αλλά και φρούτα και λαχανικά που χάρη στην ΑΒ αναδείχθηκαν και κράτησαν το έμψυχο δυναμικό που τα παράγει, να ευημερεί στην περιφέρεια. Τρανό πρόσφατο παράδειγμα είναι σειρές όπως η «Κοντά στην Ελληνική Γη», η κατεξοχήν «ελληνική» σειρά, αν και οι υπόλοιπες σειρές μας συμπεριλαμβάνουν πολλά προϊόντα που παράγονται στη χώρα μας.

Φυσικά υπάρχουν και τα τοπικά προϊόντα που μπορεί κανείς να βρει στα καταστήματα μας ανά την Ελλάδα και που όσο η ΑΒ επεκτείνεται στην περιφέρεια, ανακαλύπτει συνεχώς μικρούς τοπικούς θησαυρούς.

Η οικονομική ύφεση είναι ευκαιρία να υποστηρίξουμε ως εταιρεία και ως καταναλωτές αυτά τα προϊόντα και να αναδείξουμε την ποιότητα και την ποικιλία που τα διακρίνει. Ως ΑΒ Βασιλόπουλος το πιστεύουμε και το επικοινωνούμε με τη νέα μας καμπάνια που υποστηρίζει την ελληνικότητα πολλών προϊόντων μας. Έχουμε όμως και άλλες προγραμματισμένες ενέργειες κατά τη διάρκεια της χρονιάς για την περαιτέρω ενίσχυσή τους. Φυσικά και δεν «δαιμονοποιούμε» τα εισαγόμενα. Υπάρχουν εξαιρετικά προϊόντα και είναι στην αντίληψη και την τελική επιλογή του κάθε καταναλωτή.
Marketing Week: Η στήριξη των ΑΒ στα ελληνικά τρόφιμα μπορεί να αποτελέσει το ισχυρό USP, πάνω στο οποίο θα χτίσετε μια μακροχρόνια και ρεαλιστική στρατηγική επικοινωνίας;

Αλεξία Μαχαίρα: Η υποστήριξη του ελληνικού χαρακτήρα των προϊόντων μας δεν είναι κάτι καινούργιο για μας, και δεν υπήρξαμε ποτέ φειδωλοί στην προβολή τους. Σας θυμίζω χαρακτηριστικά τις διάσημες «ελληνικές εβδομάδες» της ΑΒ στις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80 (πάλι υπήρχε αντίστοιχο θέμα), αλλά και στις πάμπολλες διοργανώσεις τοπικών ελληνικών προϊόντων στα ΑΒ στις δεκαετίες του ‘90 και 2000. Σε ό,τι αφορά το USP, δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να χτίσει ή να ανήκει αποκλειστικά στην ΑΒ όταν πολλές εταιρείες του κλάδου μας πωλούν προϊόντα ελληνικής προέλευσης.

Θα θεωρείτο μάλλον σαν τέχνασμα Μάρκετινγκ για να φέρει πωλήσεις. Διατηρούμε μια απόλυτα ειλικρινή γραμμή επικοινωνίας μέσω των διαφημίσεών μας με τον πελάτη, δεν λέμε ποτέ ψέματα, δεν τάζουμε πράγματα που δεν τα πιστεύουμε και σεβόμαστε απόλυτα τη βούλησή του να αγοράσει ελληνικό ή εισαγόμενο προϊόν.

Η προβολή των ελληνικών προϊόντων από τους παραγωγούς ή τη βιομηχανία είναι απόλυτα σωστή πράξη, γιατί ξεκαθαρίζει στο μυαλό των καταναλωτών τα χαρακτηριστικά τους και λύνουν μια απορία που δεν είναι πάντα εύκολο να λυθεί. Βλέπετε το θέμα του προθέματος των ελληνικών barcodes που κυκλοφορεί ευρέως στο Διαδίκτυο, δεν είναι πολύ σαφές και φυσικά ούτε απόλυτα σωστό.

http://www.marketingweek.gr/default.asp?pid=9&la=1&arId=34956&pg=4&ss=

Τρόφιμα και Ποτά



by foodandbeverage-gr & kariera.gr