Τον σημαντικό ρόλο των οργανώσεων παραγωγών, όπως οι συνεταιρισμοί, ως κινητήρια δύναμη για την εξασφάλιση ενός Ευρωπαϊκού ανταγωνιστικού αγροτοδιατροφικού τομέα τόνισαν οι επικεφαλής των κεντρικών αγροτοσυνεταιριστικών οργανώσεων Copa και Cogeca, κατά την διάρκεια συνάντησης με τον υπεύθυνο για την ανταγωνιστικότητα Επίτροπο Almunia. Επίσης, απεύθυναν έκκληση για επείγουσες αλλαγές που πρέπει να γίνουν στην πολιτική ανταγωνισμού της Ε.Ε.
Ο πρόεδρος της Cogeca, κ. Paolo Bruni, επισήμανε «Οι συνεταιρισμοί είναι η κύρια μορφή των οργανώσεων παραγωγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ανάγκη για την προώθησή τους έχει τεθεί ψηλά στην πολιτική ατζέντα εν μέσω της τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Χαιρετίζουμε το γεγονός ότι
ο ρόλος και οι ευθύνες των ομάδων παραγωγών στο πλαίσιο των σχεδίων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την μελλοντική πολιτική της ΕΕ για την ποιότητα έχει αναγνωρισθεί για πρώτη φορά. Είναι ζωτικής σημασίας οι ομάδες παραγωγών να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στη διαχείριση των Ευρωπαϊκών τοπικών προϊόντων που καλύπτονται από τη νομοθεσία για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων (ΠΓΕ) και της προέλευσης (ΠΟΠ). Η δύναμη των ομάδων παραγωγών πρέπει να ενισχυθεί ώστε να μπορούν να διαχειρίζονται καλύτερα και να ελέγχουν τις ποσότητες που παράγονται, προκειμένου να διασφαλιστεί η σταθερότητα της αγοράς και ένας δυναμικός αγροτοδιατροφικός τομέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε μια εποχή που οι γεωργοί της ΕΕ και οι συνεταιρισμοί τους αντιμετωπίζουν ακραία αστάθεια της αγοράς, γεγονός που επηρεάζει τους καταναλωτές. Για να είναι πιο αποτελεσματικές οι πολιτικές, οι καταναλωτές πρέπει επίσης να ευαισθητοποιηθούν περισσότερο από τα συστήματα που προωθούν τα ποιοτικά παραγόμενα προϊόντα στην αγορά της Ε.Ε. και στις μη κοινοτικές αγορές».Ο πρόεδρος της Copa, κ. Padraig Walshe, με την σειρά του προειδοποίησε «Αντιμέτωποι με την τεράστια αγοραστική δύναμη των σουπερμάρκετ, οι γεωργοί της ΕΕ δεν παίρνουν ένα δίκαιο μερίδιο των τιμών λιανικής πώλησης. Συνεπώς, οι κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ πρέπει να προσαρμοστούν ώστε να μπορέσουν οι οργανώσεις παραγωγών, όπως οι συνεταιρισμοί, να αυξηθούν σε μέγεθος και κλίμακα και να διασφαλίσουν ότι οι αγρότες και οι συνεταιρισμοί τους θα έχουν μια δικαιότερη κατανομή της τιμής. Οι παραγωγοί της ΕΕ και οι γεωργικές οργανώσεις πρέπει επίσης να αντιμετωπίζονται σε ισότιμη βάση. Σημαντικές διαφορές στην ερμηνεία των νόμων από τις εθνικές αρχές και τα δικαστήρια έχουν παρατηρηθεί, ιδίως κατά τον καθορισμό της έννοιας της σχετικής αγοράς. Οι κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ πρέπει επομένως να εφαρμόζονται με πιο εναρμονισμένο τρόπο στον αγροτικό τομέα».
Και συνέχισε: «Επιπλέον, η ανταγωνιστική θέση των γεωργών της ΕΕ διαβρώνεται από τις εισαγωγές οι οποίες μέχρι στιγμής δεν οφείλουν να πληρούν τις υψηλού επιπέδου προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ασφάλεια των τροφίμων, του περιβάλλοντος και της καλής διαβίωσης των ζώων και θα πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτό. Οι υφιστάμενες παρεκκλίσεις από την πολιτική ανταγωνισμού της ΕΕ πρέπει επίσης να αξιοποιηθούν πλήρως για να έχουν οι γεωργοί μια δίκαιη συμφωνία. Επιπλέον, τα θύματα των καταχρηστικών πρακτικών συχνά διστάζουν όταν πρόκειται να πάνε στο δικαστήριο, καθώς ανησυχούν για πιθανά εμπορικά αντίποινα, όπως το να χάσουν έναν σημαντικό πελάτη. Για να αποφευχθεί αυτό, ορισμένες νομικές διαδικασίες πρέπει να προβλέπονται από τις διάφορες εθνικές νομοθετικές διαδικασίες», πρόσθεσε.